Κίνα Παπούα-Νέας Γουινέας

Κίνα Παπούα-Νέας Γουινέας
K
Το Κίνα (kina, κωδικός ISO 4217: PGK) είναι το νόμισμα της Παπούα Νέας Γουινέας. Υποδιαιρείται σε 100 τοέα. Εισήχθη στις 19 Απριλίου του 1975 και αντικατέστησε το Δολάριο Αυστραλίας, με το οποίο είχε την ίδια αξία.

Η ονομασία του νομίσματος προέρχεται από το κοχύλι κίνα, το οποίο χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά για τις οικονομικές συναλλαγές στην περιοχή της Παπούα. Πριν το αυστραλιανό δολάριο στη χώρα χρησιμοποιούσαν τη Λίρα Νέας Γουινέας και το Μάρκο Νέας Γουινέας.

Χώρα
  • Παπούα Νέα Γουινέα
    Η Παπούα Νέα Γουινέα (αγγλικά: Papua New Guinea, επίσημα: Independent State of Papua New Guinea) είναι νησιωτικό κράτος στην Ωκεανία, που βρίσκεται βόρεια της Αυστραλίας και νότια του Ισημερινού και περιλαμβάνει το ανατολικό τμήμα της νήσου της Νέας Γουινέας και μερικά συμπλέγματα νησιών. Πρωτεύουσα είναι το Πορτ Μόρεσμπι. Αποτελεί ανεξάρτητο κράτος από το 1975. Είναι από τις πλέον αγροτικές περιοχές στον κόσμο, καθώς μόνο το 18% του συνολικού πληθυσμού ζουν στις πόλεις. Η χώρα επίσης αποτελεί μία από τις πλέον ανεξερεύνητες στον κόσμο, τόσο πολιτιστικά όσο και γεωγραφικά.

    Πληθυσμοί από Μελανήσιους και Παπούα κατοικούσαν στην περιοχή όπου βρίσκεται η σημερινή χώρα πριν από χιλιάδες χρόνια. Τα λείψανα από την παρουσία ανθρώπων ανάγονται σε 50.000 χρόνια πριν. Στα υψίπεδα της Νέας Γουινέας αναπτύχθηκε αυτόνομα η γεωργία πριν από 9.000 χρόνια. Το 18ο αιώνα εισήχθη στη Νέα Γουινέα η γλυκοπατάτα, αφού προηγουμένως έφτασε στις Μολούκες από την Πορτογαλία, που την είχαν μεταφέρει από τον Νέο Κόσμο Από το 16ο αιώνα Ευρωπαίοι θαλασσοπόροι εντόπισαν μέρος των ακτών της χώρας. Ο πρώτος Ευρωπαίος που έφτασε στα νησιά ήταν ο Αντόνιο ντ' Αμπρέου το 1512. Αυτός ακολουθήθηκε από τον Ίνιγκο Ορτίς δε Ρέτες, ο οποίος ανακήρυξε τα νησιά κτήση της Ισπανίας, το 1545. Στον τελευταίο οφείλεται και το όνομα Νέα Γουινέα, επειδή είχε παρατηρήσει την ομοιότητα των ανθρώπων του νησιού με εκείνους που είχε δει νωρίτερα στον Κόλπο της Γουινέας. Η ορεινή ενδοχώρα της νησιωτικής χώρας παρέμενε ανεξερεύνητη ως το τέλος του 19ου αιώνα. Η μαλαϊκή λέξη «Παπούα» περιγράφει τα σγουρά μαλλιά των Μελανήσιων κατοίκων.